Στα τέλη του 16ου και του 17ου αιώνα στη Γαλλία, η ανδρική ανικανότητα ή και αλλιώς στυτική δυσλειτουργία θεωρήθηκε ως έγκλημα αρκετό για να ζητηθεί διαζύγιο. Η πρακτική, η οποία περιλάμβανε την επιθεώρηση των καταγγελλόντων από ειδικούς δικαστικούς εμπειρογνώμονες θεωρήθηκε «άκομψη» και σταμάτησε το 1677.
Η στυτική δυσλειτουργία εμφανίστηκε ξανά την δεκαετία του 1920-1930 με την σύσταση του John R. Brinkley για εμφύτευση όρχεων από τράγο και τον χειρουργό Serge Voronoff με εμφυτεύματα ιστών από όρχι μαϊμούς σε ανθρώπινους όρχεις. Και το 1930 ευτυχώς σταμάτησαν όλες αυτές οι προσπάθειες.
Μόλις το 1983 ο Βρετανός φυσιολόγος Giles Brindley απέδειξε την δράση της παπαβερίνης στην στύση, θεμελιώνοντας τις βασικές αρχές για τη μετέπειτα ανάπτυξη των ειδικών, ασφαλών και από του στόματος αποτελεσματικών φαρμακευτικών θεραπειών.
Η στυτική δυσλειτουργία είναι σεξουαλική δυσλειτουργία που χαρακτηρίζεται από την ανικανότητα να αναπτυχθεί ή να διατηρηθεί μια στύση του πέους κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής δραστηριότητας. Η στύση του πέους πραγματοποιείται με την είσοδο του αίματος στα σηραγγώδη σώματα του πέους. Η διαδικασία απαιτεί σεξουαλική διέγερση και μετάδοση των σημάτων ερεθισμού από τον εγκέφαλο προς το πέος. Τα πιο σημαντικά οργανικά αίτια της ανικανότητας είναι οι καρδιαγγειακές παθήσεις, ο διαβήτης, οι νευρολογικές παθήσεις, ορμονικές διαταραχές (υπογοναδισμός) και οι παρενέργειες φαρμάκων.
Τη θεραπεία πρώτης γραμμής της στυτικής δυσλειτουργίας αποτελούν οι αναστολείς της φωσφοδιεστεράσης τύπου 5 όπως η βαρντεναφίλη, η σιλντεναφίλη και η τανταλαφίλη. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η θεραπεία μπορεί να περιλαμβάνει δισκία προσταγλανδίνης στην ουρήθρα, ενέσεις στο πέος, πρόσθεσεις πέους, αντλίες πέους ή η αγγειακή επανορθωτική χειρουργική.