Η καλοήθης υπερπλασία του προστάτη (ΚΥΠ), λανθασμένα γνωστή και ως υπερτροφία του προστάτη, είναι μια ιστολογική διάγνωση που χαρακτηρίζεται από πολλαπλασιασμό των κυτταρικών στοιχείων του προστάτη. Η χρόνια απόφραξη της ουροδόχου κύστεως λόγο του υποκυστικού κωλύματος οφειλόμενο στον προστάτη οδηγεί σε κατακράτηση των ούρων, νεφρική ανεπάρκεια, υποτροπιάζουσες λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος, αιματουρία και λιθίαση της ουροδόχου κύστης.
Τα συμπτώματα εγκαθίστανται σταδιακά και περιλαμβάνουν συχνουρία, επιτακτική ούρηση, επιθυμία για ούρηση κατά την νύχτα, δυσκολία στην έναρξη της ούρησης, διακοπτόμενη ούρηση, ατελής κένωση της ουροδόχου, μειωμένη ροή των ούρων και ακράτεια ουρών από υπερπλήρωση της ουροδόχου. Η διάγνωση βασίζεται στην κλινική εξέταση με σημαντικότερη την δακτυλική εξέταση του προστάτη. Αξιολογείται το μέγεθος, το περίγραμμα και πιθανές απόκληρες ή σκληρές περιοχές του προστάτη που πιθανόν να οδηγήσουν σε άλλη πάθηση πχ στον καρκίνο του αδένα.
Εργαστηριακές εξετάσεις περιλαμβάνουν τη γενική και καλλιέργεια των ούρων, το ειδικό προστατικό αντιγόνο του ορού (PSA), ουρία, κρεατινίνη και ηλεκτρολύτες (Κ, Να). Το υπερηχογράφημα κατέχει εξέχουσα θέση στην διάγνωση της ΚΥΠ όπου υπολογίζεται το μέγεθος του αδένα σε κυβικά εκατοστά και το υπόλειμμα των ούρων μετά την ούρηση. Η κυστεοσκόπηση και ο ουροδυναμικός έλεγχος έχει θέση μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις.
Η φαρμακευτική θεραπεία της ΚΥΠ περιλαμβάνει τους αναστολείς των άλφα-αδρενεργικών υποδοχέων, αναστολείς της 5-φωσφοδιεστεράσης, αναστολείς της 5-άλφα αναγωγάσης.
Η χειρουργική αντιμετώπιση γίνεται με την διουρηθρική εκτομή του προστάτη (TURP), την διακυστική προστατεκτομή και τις ελάχιστα επεμβατικές τεχνικές με ανφυλεγόμενα αποτελέσματα όπως προστατεκτομή με Laser, θεραπεία με μικροκύματα, stent, εμβολισμός και άλλα.